πονάει να βλέπεις βλέμματα φλογερά που γουσταρονται.
πονάει γιατί δεν απευθύνονται σε σένα και καλύτερα αυτά που βγαίνουν απο σένα να μη τα καταλαβαίνουν.
Γιατί ζηλεύουν, όχι γενικά, αλλά ειδικά. Ζηλεύουν που βλέπουν «τα βλέμματα» που ψάχνουν να βρουν τα «αααλλα» βλέμματα που κάπου στο βάθος κοιτάνε.
Κι αυτό είναι ένα βαθύ, εσωτερικό άλγος. (τι λέξη κι αυτή! Πονά κι αυτή γιατί ξέρει να λέει αλήθειες… να αποτυπώνει συναισθήματα – είναι από τις λέξεις στη μητρική σου που νιώθεις…)
Και φτάνεις στο τέλος να χάνεις το βλέμμα που εσύ αρχικά έψαχνες γιατί δεν έχει πια κανένα νόημα… ίσως ποτέ να μην είχε έτσι κι αλλιώς..
«δεσποινίς, φαίνεστε πολύ θλιμμένη έτσι συγκεντρωμένη τόσο στα χαρτιά σας με σκυμμένο το κεφάλι», με ρώτησε το ονομά μου κι έφυγε…
Και πόσο δίκιο μπορεί να είχε… εγώ του χαμογέλασα για το δίκιο που είχε η κουβέντα του.
Βγάζω αυτές τις κουβέντες από μέσα μου, και τις ξορκίζω, γιατί το’χουμε πει, κανείς δε θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις…
Κι είναι κι άλλα που μπορώ να γράψω και να λέω… αλλά δεν μπορώ να τα γράψω εδώ. Γιατί είναι από αυτές τις σκέψεις που φοβάσαι να πεις δυνατά, να παραδεχθείς και κυρίως δε σηκώνουν κανένα σχόλιο.
Από την άλλη είναι φάσεις που περνάω συχνά σα σύννεφα- φυσάει λίγο και διαλύονται, συμβαίνει κάτι και είμαι πάλι χαρούμενη- ξεχνώ τα πάντα μέχρι ένα επόμενο σκοτεινό σύννεφο και κάποιον που θα με βρει θλιμμένη- που στην πραγματικότητα δεν είμαι.
Την ίδια στιγμή, το τιμινγκ που λέμε κ στο χωριό είναι πολύ άσχημο… για όλα, για τα πάντα…που παθητικά πιστεύω ότι θα περασουν όλα με το πέρασμα του χρόνου που θα τα βάλει όλα σε μια σειρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου