Style is knowing who you are, what you want to say and not giving a damn. (Gore Vidal)
Style is the hallmark of a temperament stamped on the material in hand. (Andre Maurois )
Λίγο όλα θολά. Λίγο μεθυσμένα, αλλά σε γνώριμα χέρια που εμπιστεύομαι. Και τέλεια,
κάθε φορά. απογοήτευση για να τη διαδεχθεί ανέλπιστη χαρά. Και θέλω να ξαναζήσω
κάθε στιγμή. -δεσεχορταινω-. Αυτό το μπλέξιμο των σωμάτων, και όλα εύκολα κ
αβίαστα, και παθιασμένα.
Το σημείωμα, ο Μπουκόβσκι. Όλα εκεί.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Αλλά αυτά δε θέλω να ξεχάσω. Ξέρω θα περάσει, αλλά
δε θα ήθελα.
Λίτρα αλκοόλης μέσα σε λίγες μέρες. Πολλοί φίλοι, πολλά πράγματα, κι άλλα
που προέκυψαν ξαφνικά. Πολλά χιλιόμετρα και γνώριμα μέρη με τσίπουρο. Πολύ δυναμικά
άρχισε αυτή η επιστροφή στην πατρίδα και κάπως έτσι κλείνει μια χρονιά.
Ξερεις πως ξεχωριζεις τα ζευγαρια, με τη πρωτη
ματια ? φορανε τα ιδια ρούχα, ή τα ίδια παπούτσια. Κατι τελος πάντων που
είτε έχουν αγοράσει μαζί είτε το έχει προσφέρει ο ένας στον άλλον. Εμείς είχαμε
το ίδιο ρολόι. Απο τις πολύ αρχές που το είχε προσφέρει, το δικό του και μου το
χάρισε και είχε κ αυτός ένα άλλο
παρόμοιο. Αν και δε μου πολυάρεσε, δε του είπα ποτέ όχι, με έβγαζε απο το δίλημμα
που για πολύ καιρό δεν έβρισκα να πάρω ένα και κυρίως μάρεσε που είχαμε ίδιο. Μάρεσε
που το « εμείς »δηλωνόταν στο χώρο. Μετά είχαμε κ άλλα
ίσως ρούχα που να άρχιζαν να μοιάζουν. Κάποια πάλι μου τα είχε προσφέρει και
εκεί υπήρχε κάτι βαθιά που με ενοχλούσε, κάτι που διαισθανόμουν, ότι προσπαθούσε
να με κάνει σαν αυτόν, να με προσαρμόσει σε αυτόν. Δε ξέρω να με κάνει πιο
γαλλίδα ισως κάτι τέτοιο. Ο ίδιος το αρνιόταν αλλά ποτέ δε πίστεψα οτι ήταν
τόσο επιφανειακό. Κάποια φορά είχα επιστρέψει κάτι πίσω και αισθανόμουν πολύ
άσχημα και κακομαθημένο, αλλά ήταν σαν να αφήνομαι κ να είμαι κάποια άλλη όταν
θα φόραγα κάτι που πιστεύω δε θα μου πήγαινε ή δε θα διάλεγα ποτέ. Αισθανόμουν οτι
ήθελε να με δαμάσει. Ναί. Να με δαμάσει. Αυτή ειναι η λέξη. Και εγώ
αντιστεκόμουν. Σε άλλα ίσως και να παραδινόμουν, αλλά κυρίως είχα μια άρνηση. Αντίσταση.
Ίσως αυτό στο βάθος να του άρεσε.
Και το ρολόι, για να μη ξεφεύγω, δεν το έβγαλα από
τα χέρια μου για τρια και πόσα χρόνια πια. και μάλιστα μου ήταν τόσο απαραίτητο
που δε μπορούσα να βγω απο το σπίτι, και αν το ξέχναγα θα τοψαχνα συνέχεια στα
χέρια μου. Κάθε μέρα τον έφερα πάνω μου. κυριολεκτικά, κάθε στιγμή. και μετά το
χωρισμό, συνέχιζε να είναι εκει. Παντού. Και σκεφτόμουν εκείνα τα ζευγάρια, που ήμασταν κι εμείς απο αυτα, που θα τα
ξεχώριζες απο τα ίδια πράγματα, αν
βρισκόμασταν, θα δίναμε ακόμη την ίδια εντύπωση. Και πόσο λανθασμένη θα
ήταν, αλλά και πάλι θα ταν μια δήλωση, ένα hommage σε ένα παρελθόν που δεν είναι πια παρόν.
Πολλές φορές σκέφτηκα να το αλλάξω, να το πετάξω
ή απλά να μη το φοράω πια. Αλλά που να βρίσκω άλλο, δε μου πήγαινε η καρδιά να
το πετάξω ασε που μου ήταν απαραίτητο! Αν και πλέον δε σήμαινε τιποτε, ήταν και
παρέμενε το ρολόι του. Μέχρι φέτος τον ιούλιο που μια μέρα μετά την πισίνα, δεν
το έβρισκα πλέον. Δεν το βρήκα ποτέ. Ισως να μην έψαξα πολύ. Ίσως και να το
έκανα επίτηδες. Σκεφτόμουν οτι είναι η ευκαιρία να μου πάρω ένα ρολόι. Που θα
το διαλέξω εγώ, που θα μου ταιριάζει εμένα. Ήταν η ευκαιρία να τον βγάλω
εντελώς από πάνω μου. μέχρι και το ρολόι του που ακόμη έμενε. Δε θα έκανα την
κίνηση μόνη μου, αλλά πλέον ήρθε ο καιρός που μπορώ να το κάνω και να πετάξω ο,τι τελευταίο έμενε.
Αρχισα να ψάχνω και αφού πέρασα ένα καλοκαίρι
ελεύθερη ρολόι free, μόλις τις προάλλες
βρήκα ένα που είναι ακριβως εγώ. Λιτό, απέριττο, χωρίς τίποτα, διακριτικό κ
όμορφο. Δεν είναι κανείς άλλος. Είμαι εγώ. Και αυτό μου πηγαίνει πιο πολύ.
Ειμαι μεγάλη κοπέλα πια και μπορώ να παίρνω τα
ρολόγια μου μόνη μου.
Το δερμα μου είναι μαυροροδισμένο, τα μαλλιά μου ξανθά.
Έστειλα και το κομμάτι στον καθηγητή. Να..αυτούς τους στόχους είχα για αυτούς
τους μήνες του καλοκαιριού. Ακρως καλοκαιρινοί ή περίπου. Τικ τοκ από τις ρακετες μου. η τεχνική
μου βελτιώθηκε φέτος. Φεστιβάλ στην παραλία, τα πόδια μου
είχαν για όλες τις 3 βδομάδες άμμο κολλημένη πάνω τους. Και το
έχεις εκεί. το αντικείμενο «του πόθου» μου. είναι εκεί ξαπλωμένο στην
άκρη του κρεββατιού μου. και εγώ δε ξέρω πως αισθάνομαι. Δε μπορώ να κοιμηθώ.
Itwasnotsuchabigofadealτελικα? κι εσύ άραγε, να με γουστάρεις? Φίλοι και τσίπουρα στην άκρη της θάλασσας. Και άλλοι πιο παλιοί ακόμη
φίλοι που είχα τόσο καιρό να δω και συναντούσα τυχαία στην Αθήνα. και μια άλλη
διαφορετική παρέα. Όλοι χώρεσαν. Και εκείνο το άλλο «απωθημένο» να πίνουμε τζιν με στιμένο λεμόνι και να
θέλω να με πάρει μαζί του. Και μια πτήση μακριά. Εκεί στο βορρά έχει ακόμη
καλοκαίρι και ήλιο. Έχει κ εδώ και νησάκια και θάλασσα. Άλλη αισθητική.
Άλλος κόσμος βόρειος. Ξανθός. Διακοπές ακόμη και καλοκαίρι.
Τούτο το ηλιοβασίλεμα απο τούτο το παράθυρο του αεροπλανου που με
γυρνάει πίσω δύει και παίρνει και τις διακοπές μαζί του. Σχολείο τη Δευτέρα.
Σκαρφαλωμενη στα
ψηλα μου παπουτσια, αυτη η oversized πουκαμισα μου, τζην με στιμμένο λεμόνι, παγωμενο στο χερι. Με προσεχεις για να μην
πεσω. Αφηνουμε πισω μας ενα μαγαζι που δονειται με υπεροχες μουσικες και
κραταμε τον αποηχο του. Θαλασσα, μισοφέγγαρο, η φωτεισμένη αντίπερα οχθη.
Εισαι πολυ
κουρασμενος αλλα δεν θα πεις οχι σε τιποτε. Οι κουβεντες μας ειναι γνωριμες και
ειμαστε οικειοι ο ενας με τον αλλον.
Εχω βγαλει
παπουτσια και ειμαστε εκει, με τις μουσικαρες, τις ποταρες, εσυ κ εγω. Μονο εσυ
και μονο εγω. Βγαλμενο λιγο απο ροματζο.
Αυτο ειναι δηλαδη ? να χάνεις
τον έλεγχο. Το μαυλό να μη μπορεί να κουμαντάρει τις σκέψεις πια. Η εξουσία
ενός άλλου στο μυαλό μου ?
Τρέλα, δεν είναι ? και σου λέει μην τρελαίνεσαι. Και που
να ήξερες. Και δεν πρέπει να μάθεις. Δεν πρέπει.
Αναμονή. Ελπίδα. Απελπισία. Και ελπίδα παλι. Και απογοήτευση. Υπομονή. Και αδιέξοδα. Μέσα
μου κάτι μαδά και ξεψυχα.
Αιχμαλωσία. Σε πόθους, σε υποσχέσεις, στα θέλω μου. στις ανάγκες
μου.
Και σου λέει «χωρίς λόγο». ναι χωρις
λόγο. Υπήρχε λόγος ? κανένας.
Αναστεναγμός. Της ανικανοποίητης ή της μάταιης επιθυμίας αυτή τη φορα.
Συναισθήματα που είχαν τόσο καιρό να
εμφανιστουν που μοιάζουν πρωτόγνωρα. Να φοβασαι οτι η σκέψη θα γίνει εμμονή. Και
είσαι εκεί. Και δεν είσαι. Και με βασανίζει αυτή η παρουσία στην ανυπαρκτότητα.
Πείσμωσε, νευρίασε! Λέω μέσα μου
αλλά δεν το ξαναλέω, είναι σα να μη με ξέρω, σα να με κοροιδεύω.
Ακου μην τρελαίνεσαι!
Αχ και πόσο θα θελα, πόσο θα σου
πρεπε να σε τρελάνω! Μα μου είσαι «άπιαστος
σαν όλα τα ωραία».
Σε φοβήθηκα απο την πρώτη στιγμη. You
had me from hello. Στο βαθος, σε χρειαζόμουν τόσο για να με ξεκουράσεις. Κι ήταν τόσο ευεγερτική η ύπαρξή
σου…
Παρισινα βραδυα,
ιουλιος σχεδον, με παραθυρα ανοιχτα. Η κουρτινα ανεμιζει και δροσιζει την
κουφοβραση της μερας. Καπου 40 βαθμους σημερα ο ηλιος εκαιγε. Απ το παραθυρο
μπαινει ο ηχος μιας τζαζ μελωδιας, χαμηλωνω τη δικη μου μουσικη για να ηχησει η
μαυρη φωνη του τραγουδιστη. Ναι αυτη η μουσικη αποχρωση ταιριαζει σε αυτη τη
ζεστη βραδια. Το 21 περναει απο κατω,
ακουγεται που σταματα στη σταση.
Παρισινα παραθυρα
ανοιχτα. Και στο μικρο αιθριο της αυλης αντηχει καθε λεπτομερια της προσωπικης
ζωης των γειτονων. Ισως ναναι κ η μοναδικη περιπτωση που μοιραζομαστε κατι. Σημερα
ειναι οι τζαζ μελωδιες. Ισως απο κατω ερχεται ο ηχος της τηλεορασης. Προχτες μια
κυρια εκανε sex, εντονα αλλα
οχι για πολυ!
Δροσερο το
αερακι. Εχω καει λιγο απο τον ηλιο. Εχω παρει το πρωτο ροδοκοκκινισμα μου.
περιεργο το καλοκαιρι να ειναι οντως καλοκαιρι και να μην ειμαι στο νησι. Περιεργη
κ η διαθεση μου αποψε. Καλοκαιρινη. Νωχελικη. Της παει η τζαζ, μαζι με τη
λεμοναδα μου την παγωμενη και τις σκεψεις μου που ταξιδευουν. Ισως να μην
ταξιδευουν πολυ, καπου εχουν παει κ εχουν αραξει. Πανε κ ερχονται αλλα εχουν
συγκεκριμενο προορισμο. Λιγο μακρια. Λιγο παραλογα. Λιγο ματαια. Πολυ εντονα.